ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ

Αγνώστου συγγραφέα.


ΕΙΣΑΓΩΓΉ

Κείμενο στο οποίο βασίστηκε, έχοντας σαφή πολιτική ατζέντα, ο Γιάκομπ Φαλμεράυερ τις παραμονές της αναγνώρισης του νέου ελληνικού κράτους (1830), για να στηρίξει την άποψη ότι οι Έλληνες έχουν αντικατασταθεί (εξαφανιστεί) βιολογικά και ότι οι ελληνόφωνοι του ελλαδικού χώρου είναι στην πραγματικότητα Σλάβοι.

Πρόκειται μάλλον για ελληνικό μεσαιωνικό κείμενο - σε τέσσερις εκδοχές- άγνωστου συντάκτη (ή συντακτών), το οποίο καλύπτει την περίοδο 559-805 μ.Χ. Η αξιοπιστία του ελέγχεται με κάποια σημεία να αντιτίθενται σε άλλες επώνυμες και πιο αξιόπιστες πηγές, καθώς και στις σύγχρονες αρχαιολογικές και άλλες επιστημονικές μελέτες. Παρεμπιπτόντως το ίδιο το κείμενο δεν υποστηρίζει πουθενά την εξαφάνιση του ελληνικού πληθυσμού. Φαίνεται ότι το κείμενο εξυπηρετούσε θρησκευτικές σκοπιμότητες για την ανάδειξη της επισκοπής Πατρών σε μητρόπολη. 


Το κείμενο παραμένει ιστορικό και λόγω της σημαντικότητας του παρατίθεται με νεοελληνική απόδοση. 



Ιβηριτικός Κώδικας 239

(όπως το δημοσίευσε το 1910 ο Σπυρίδων Λάμπρος)


1. Ἐν ἔτει τῷ ΄ςξδ΄ῳ τῆς τοῦ κόσμου κατασκευής,

 

Το έτος 6.064 από κτίσεως κόσμου (559 μ.Χ.) 

 

2. ὅπερ ἥν ἔτος λβ΄τῆς βασιλείας Ἰουστινιανοῦ τοῦ μεγάλου, εἰσῆλθεν ἐν Κωνσταντινουπόλει πρέσβεις ἔθνους παραδόξου, τῶν Ἀβάρων λεγομένων καί συνέτρεχε πᾶσα ἡ πόλις εἰς τήν θέαν αὐτῶν ὡς μηδέποτε ἐωρακότες ἔθνος τοιοῦτον. 

 

 (Όταν ο Ιουστινιανός ο Μέγας έκλεινε 32 χρόνια στο θρόνο) ήρθαν στην Κωνσταντινούπολη πρέσβεις των Αβάρων, ενός παράδοξου έθνους. Και όλη η πόλη βγήκε στο δρόμο να τους δει. Διότι ποτέ μέχρι τότε δεν είχαν ξαναδεί τέτοιο λαό.


3. Εἷχον γάρ τάς κόμας μακράς πάνυ δεδεμένας πρανδίοις καί πεπλεμένας. ἡ δέ λοιπή φορεσία αὐτῶν ὁμοία τῶν λοιπῶν Οὔνων.   

 

 Τα μαλλιά τους ήταν πολύ μακριά, δεμένα προς τα πάνω και τα έπλεκαν σε πλεξούδες. Η υπόλοιπη φορεσιά τους ήταν όμοια με τη φορεσιά των Ούνων.


4. Οὗτοι,

 

Αυτοί (οι Άβαροι),


5. καθῶς ὁ Εὐάγριος λέγει ἐν τῷ πέμπτῳ αὐτοῦ λόγῳ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας,

 

όπως οΙστορικός Ευάγριος λέει στο 5ο βιβλίο της Εκκλησιαστικής Ιστορίας,


6. ἔθνος ὄντες τῶν ἁμαξοβίων τῶν ὑπέρ τόν Καύκασον τά ἐπέκεινα πεδία νεμόμενοι, ἐπεί κακῶς πεπόνθασι παρά τῶν γειτνιώντων αὐτοῖς Τούρκων, ταύτους φεύγοντες, τῆς ἰδίας ἀπαναστάντες χώρας καί τόν αἰγιαλόν τοῦ Εὐξείνου διαβάντες ἀφίκοντο εἰς Βόσπορον.

 

είναι «έθνος αμαξοβίων» (όλη τους η ζωή περνά στις άμαξες). Βόσκουν τα ποίμνιά τους στις εκτάσεις πίσω από τον Καύκασο. Και (τώρα) άρχισαν να μεταναστεύουν από εκεί για να αποφύγουν τους Τούρκους τους γείτονές τους, διότι έχουν κακοπάθει από αυτούς. Πέρασαν λοιπόν τον Εύξεινο Πόντο και έφθασαν στο Βόσπορο.


7. Ἐκεῖθεν δέ ἀπάραντες διήλθον τόπους πολλῶν ἐθνὼν, τοῖς παρατυγχάνουσιν αὐτοῖς βαρβάροις ἀνταγωνιζόμενοι μέχρις οὗ τάς ὄχθας τοῦ Ἴστρου καταλήφασι καί πρός Ἰουστινιανόν ἐπρεσβεύσαντο, αἰτοῦντες δεχθήναι αὐτούς.

 

 

Και από κει, αφού προχώρησαν πέρασαν μέσα από επικράτειες πολλών εθνών-[πολλές φορές] με πόλεμο μέχρι που πέρασαν τις όχθες τις όχθες του Ίστρου ποταμού [του Δούναβη] και έστειλαν πρέσβεις ζητώντας να τους δεχθεί ο Ιουστινιανός.

 

8. Τοῦ δέ βασιλέως φιλανθρώπως αὐτούς προσδεξαμένου, ἔλαχον παρ’ αὐτοῦ ἔχειν την κατοίκησιν ἐν χώρᾳ Μυσίας ἐν πόλει Δωροστόλῳ τῆ νύν καλουμένῃ  Δρίστρα              
 

Ο Βασιλιάς τους δέχτηκε με φιλανθρωπία. Τους παραχώρησε το Δωρόστολο στη Μυσία να κατοικήσουν. (Σήμερα η πόλη ονομάζεται Δρι΄στρα).


9. Καί ἐξ ἀπόρων εὔποροι γενόμενοι καί εἰς πλῆθος ἐκτεθέντες καί ἀμνήμονες καί ἀχάριστοι εὑρεθέντες ἥκον Ρωμαίους καταστρεψάμενοι, Θράκας καί Μακεδόνας αἰχμαλωτίζοντες καί αὐτήν τήν βασιλίδα κατατρέχοντες, καί τά περί αὐτήν ἀφειδώς λῃιζόμενοι.

 

Από πάμπτωχοι έγιναν πλούσιοι. Και αυξήθηκε ο πληθυσμός τους. Όμως αυτοί ξέχασαν τις ευεργεσίες, έδειξαν αχαριστία και καταστρέφουν τους Ρωμαίους. Αιχμαλωτίζουν Θράκες και Μακεδόνες και ρημάζουν αλύπητα με ληστρικές επιδρομές την ίδια τη «Βασιλεύουσα» (πρωτεύουσα)

 

10. Παρέλαβον δέ καί τό Σίρμιον, πόλιν τῆς εὐρόπης ἐπίσημον, ἥτις ἐν Βουλγαρίᾳ οὗσα νῦν καλεῖται Στρίωμος, πρώην μέν ὑπό Γηπαίδων κρατουμένην, Ἰουστίνῳ δέ τῷ βασιλεῖ παραδοθείσαν παρ’ αὐτῶν.

 

Κατέλαβαν επίσης το Σίρμιο, πόλη της Ευρώπης σημαντική, που βρίσκεται στην περιοχή που κατοικούν οι Βούλγαροι και λέγεται Στρίωμος. Παλιότερα την είχαν καταλάβει οι Γήπαιδες και την είχαν παραδώσει στον αυτοκράτορα Ιουστίνο(τον Α΄)

 

11. Διά ταῦτα οὗν συνθῆκαι ἐπονείδιστοι ὑπό Ρωμαίων γεγόνασι πρός αὐτούς, ὑποσχομένους παρέχειν αὐτοῖς φόρον ἐτήσιον χρυσοῦ χιλιάδας π΄. Καί ἐπί τούτοις ἐπηγγείλαντο οἱ Ἀβαρεις ἡσυχάζειν.
 

Γι αυτό λοιπόν οι Ρωμαίοι [Βυζαντινοί] υπέγραψαν ταπεινωτικές συνθήκες και υποχρεώθηκαν να τους πληρώσουν 80000 χρυσά νομίσματα. Έτσι οι Άβαροι υποσχέθηκαν να ησυχάσουν.


12. Τοῦ δέ Μαυρικίου τῶν σκήπτρων ἐπειλλημένων κατά τό ἐξακιςχιλιοστῷ [οε]΄ ἔτος

 

Και όταν ο Μαυρίκιος ανέλαβε τα σκήπτρα [όταν έγινε αυτοκράτορας] κατά το έτος 6.075 από κτίσεως κόσμου (το 539 .Χ.)

 

13. πρεσβεύουσιν οἱ Ἀβαρεις πρός αὐτόν αξιοῦντες ταῖς π΄ χιλιάσι τοῦ χρυσοῦ ἅς ἐλάβανον παρά Ρωμαίων προςτεθῆναι ἄλλας εἴκοσι.
 

Έστειλαν οι Άβαροι πρεσβεία προς αυτόν [ Μαυρίκιο] και απαιτούσαν να προστεθούν άλλες 20.000 χρυσά νομίσματα στα 80.000 που ήδη λάμβαναν.


14. Ὁ δε βασιλεύς της ειρήνης εφιέμενος κατεδέξατο τούτο. Αλλά ουδε ήρκησε ο της συνθήκης λόγος περαιτέρω δύο ενιαυτών.

 

Ο Βασιλιάς επειδή προτιμούσε την ειρήνη  δέχτηκε αυτά που του ζήτησαν. Αλλά αυτό δεν κράτησε πάνω από δυο χρόνια.

 

15. Χαγάνος γαρ ο αυτών ηγεμών άλλοτε άλλην πρόφασιν ποιούμενος εις το ευρείν αφορμήν πολέμου και αιτών υπέρογκα ως εν τινι παρηκούσθη λύειν τας συνθήκας και εξαπιναίως Σιγγιδόνα παραλαμβάνει, πόλιν της Θράκης, αφύλακτον ταύτην ευρών, προς δε και Αυγούστας και το Βιμινάκιον. νήσος δε εστι τούτο μεγάλη του Ίστρου.

  

Διότι ο Χαγάνος (ο ηγεμόνας τους) συνέχεις,  με διάφορες προφάσεις, ζητούσε να βρει αφορμή για πόλεμο. Και ζητούσε τεράστια ποσά. Και ξαφνικά κυριεύει τη Σιγγιδόνα πόλη της Θράκης που την βρήκε αφύλακτη. Επίσης και τις Αυγούστες και το Βιμινάκιον που ήταν μεγάλο νησί στον Ίστρο ποταμό.


16. Παρέλαβε δε και την αχίαλον την νυν μεσίνην της Μακεδονίας, και πολλάς ετέρας πόλεις εχειρώσατο τας υπό το Ιλλυρικόν τελούσας.

 

Κυρίευσε και την Αγχίαλο (τη σημερινή Μεσίνη της Μακεδονίας) και πολλές άλλες πόλεις που υπάγονται στη Διοίκηση Ιλλυρικού.


17. Ήλεν δε και μέχρι των του Βυζαντίου προαστείων τα πάντα ληιζόμενος

 

Προχώρησε μέχρι τα προάστια της Πόλης ληστεύοντας τα πάντα στο δρόμο του.


18. Ηπείλει δε και τα Μακρά τείχη καταστρέψαι.

 

Απειλούσε μάλιστα να καταστρέψει και τα «Μακρά Τείχη» της Κωνσταντινούπολης.

 

19. Ολίγοι δε τινες αυτών τον πορθμόν της Αβύδου διαβάντες και τα της Ασίας χωρία ληισάμενοι αύθις ανέστρεψαν.

 

Μικρές ομάδες Αβάρων πέρασαν τον Πορθμό της Αβύδου, λήστεψαν τα [απέναντι] χωριά της Μικράς Ασίας και επέστρεψαν αμεσως.


20. Ο δε βασιλεύς πρέσβεις παρά τον χαγάνον εξαπέστειλεν Ελπίδιον πατρίκιον συν κομμεντιόλω προςθήκην των πάκτων ποιούμενος, και επί τούτω ειρήνην άγειν ο βάρβαρος καθωμολόγησε.
 

Ο Βασιλεύς έστειλε στο Χαγάνο πρέσβεις τους πατρικίους Ελπίδιο και Κομμεντίολο, υποσχέθηκε να αυξήσει το φόρο που πλήρωνε το Βυζάντιο κι έτσι ο βάρβαρος (ηγεμόνας των Αβάρων) υπέγραψε ειρήνη.


21. Μικρόν δε ησυχάσας πάλιν τας σπονδάς διαλύει και καταπολεμεί δεινών την τε Σκυθίαν χώραν και την Μυσίαν, καταστρέψας δε φρούρια πάμπολλα.
 

Αφού ησύχασε για λίγο ο Χαγάνος, πάλι αθετεί τους όρκους του και επιτέθηκε εναντίον της Σκυθίας και της Μυσίας καταστρέφοντας πάρα πολλά φρούρια.


22. Εν ετέρα δε ειςβολή

 

Σε άλλη πάλι εισβολή

 

23. εχειρώσατο πάσαν την Θεσσαλίαν και την Ελλάδα πάσαν την τε παλαιάν Ήπειρον και Αττικήν και εύοιαν.

 

Ερήμωσε όλη τη Θεσσαλία κι τη Στερεά Ελλάδα, την «Παλαιά Ήπειρο» (Δυτική Ελλάδα), την Αττική και την Εύβοια


24. οι δη και εν Πελοποννήσω εφορμήσαντες πολέμω ταύτην είλον   

 

Μπήκαν και στην Πελοπόννησο με έφοδο και την κατέλαβαν.


25. και εκβαλόντες τα ευγενή και ελληνικά έθνη και καταφθείραντες κατώκησαν αυτοί εν αυτῆ.

 

Και αφού έδιωξαν τον πολιτισμένο ελληνικό λαό και αφού σκότωσαν πολλούς, κατοίκησαν αυτοί στην Πελοπόννησο.

 

26. Οι δε τας μιαιφόνους αυτών χείρας δυνηθέντες εκφυγείν, άλλος αλλαχή διεσπάρησαν.

 

 

Όσοι μπόρεσαν να ξεφύγουν από τα φονικά χέρια τους, σκορπίστηκαν εδώ κι εκεί.


27. Και η μεν των Πατρών πόλις μετωκίσθη εν τη των καλαυρών χώρα του ριγίου,

 

 Οι Πατρινοί μετοίκησαν στην Καλαβρία και στο Ρήγιο.

 

28. οι δε Αργείοι εν τη νύσω τη καλουμένη Ορόβη, οι δε Κορίνθιοι εν τη νήσω τη καλουμένη Αιγίνη μετώκησαν.
 

Οι Αργείοι κατέφυγαν στο νησί Ορόβη, ενώ οι Κορίνθιοι μετοίκησαν στη νήσο Αίγινα.


29. Τότε δη και οι Λάκωνες το πατρώον έδαφος καταλιπόντες οι μεν εν τη νήσω Σικελίας εξέπλευσαν, οι και εις έτι εισίν εν αυτή εν τόπω καλουμένω δέμεννα και δεμενίται αντί Λακεδαιμονιτών κατονομαζόμενοι και την ιδίαν των Λακώνων διάλεκτον διασώζοντες.

 

Τότε ήταν που οι Λάκωνες εγκατέλειψαν την πατρίδα τους και άλλοι ταξίδευσαν στη Σικελία - εκεί  μένουν μέχρι σήμερα, στα Δέμεννα, και καλούνται Δεμενίται αντί για Λακεδαίμονες - διασώζοντες τη Λακωνική Διάλεκτο.


30. Οι δε δύσβατον τόπον παρά τον της θαλάσσης αιγιαλόν ευρόντες και πόλιν οχυράν οικοδομήσαντες και Μονεμβασίαν ταύτην ονομάσαντες διατο μίαν έχειν των εν αυτώ ειςπορευομένων την είςοδον εν αυτή τη πόλει κατώκησαν μετά και του ιδίου αυτών επισκόπου.

 

Άλλοι βρήκαν δύσβατο τόπο στην παραλία, οικοδόμησαν νέα πόλη και την ονόμασαν Μονεμβασία, διότι έχει μια μόνο πρόσβαση. Σ' αυτή την πόλη κατοίκησαν μαζί με τον Επίσκοπό τους.


31. Οι δε των θρεμμάτων νομείς και αγροικικοί κατωκίσθησαν εν τοις παρακειμένοις εκείσε τραχανοίς τόποις, οι και επ' εσχάτων τζακονίαι επωνομάσθησαν.
 

Οι ποιμένες και οι αγρότες κατοίκησαν στα παρακείμενα άγονα εδάφη - που τώρα τελευταία ονομάσθηκαν «Τζακωνίες».


32. Ούτως οι Άβαροι την Πελοπόννησον κατασχόντες και κατοικήσαντες εν αυτή διήρκεσαν επί χρόνοις διακοσίοις οκτωκαίδεκα μήτε των Ρωμαίων βασιλεί μήτε ετέρω υποκείμενοι, ήγουν από του ΄ςρς΄ έτους της του κόσμου κατασκευής όπερ ην έκτον έτος της βασιλείας Μαυρικίου και μέχρι του ςουτιγ΄ έτους όπερ ην τέταρτον έτος της βασιλείας Νικηφόρου του παλαιού του έχοντος Σταυράκιον.

 

Έτσι οι Άβαροι κατέκτησαν την Πελοπόννησο και την κατοίκησαν 218 έτη. Ούτε στο Ρωμαίο [=βυζαντινό] Βασιλέα ούτε σε άλλον κανένα έδιναν λόγο, δηλαδή από το 6.106 (από κτίσεως κόσμου)  που αντιστοιχεί με το 6ο έτος της βασιλείας του Μαυρικίου μέχρι το 6.313 που ήταν το 4ο έτος της βασιλείας Νικηφόρου του Παλαιού του πατέρα τουΣταυράκιου.

 

33. Μόνου δε του ανατολικού μέρους της Πελοποννήσου από Κορίνθου και μέχρι μαλαίου του σθλαβινού έθνους δια το τραχύ και δύσβατον καθαρεύοντος, στρατηγός Πελοποννήσου εν τω αυτώ τω μέρει υπό του Ρωμαίων βασιλέως κατεπέμπετο.

 

Και μόνο τα ανατολικά της Πελοποννήσου από Κόρινθο μέχρι το ακροτήριο Μαλέας δεν είχε πατηθεί από το Σλαυικό έθνος επειδή είναι άγονο και απότομο. Σ' αυτό το μέρος ο Βασιλεύς των Ρωμαίων έστελνε στρατηγό.


34. Εἶς δέ τῶν ὑπό τοιούτον στρατηγών ορμώμενος μεν από της μικράς Αρμενίας, φατριάς δε των επονομαζομένων Σκληρών συμβαλών το σθλαβινώ έθνει πολεμικώς ειλέ τε και ηφάνισε εις τέλος και τοις αρχήθεν οικήτορσι αποκαταστήναι τα οικεία παρέσχεν.

 

Ένας από αυτούς τους στρατηγούς (των τελούντων υπό τις διαταγές του Βασιλέως), καταγόμενος από τη  «Μικρά Αρμενία», από την οικογένεια των «Σκληρών», άνοιξε πόλεμο με το  έθνος των Σλαύων, τους νίκησε και τους αφάνισε τελείως και παρέδωσε τη γη στους αρχικούς κατοίκους.

 

35. Τούτο μαθών ο προειρημένος βασιλεύς Νικηφόρος και χαράς πλησθείς δια φροντίδος έθετο το και τας εκείσε πόλεις ανακαινίσαι και ας οι βάρβαροι ηδάφησαν εκκλησίας ανακαινίσαι και αυτούς τους βαρβάρους Χριστιανούς ποιήσαι. Διο και αναμαθών την δε μετοικίαν ου διατρίβουσι οι Πατρείς κελεύσει αυτού τούτους τω εξ αρχής εδάφη απεκατέστησε μετά του ιδίου αυτών ποιμένος ος ην το τηνικαύτα Αθανάσιος τούνομα

 

Όταν το έμαθε ο Βασιλεύς Νικηφόρος γέμισε από χαρά. Φρόντισε ώστε και τις μεγάλες πόλεις να ανακαινίσει και τις εκκλησίες που οι βάρβαροι κατεδάφισαν να τις ξανακτίσει και τους βαρβάρους να εκχριστιανίσει. Γι αυτό ζήτησε και έμαθε πού κατικούν οι Πατρινοί που είχαν εκδιωχθεί από τους βαρβάρους και με δική του διαταγή τους έφερε ξανά στα εδάφη τους μαζί με τον Επίσκοπό τους - που ονομαζόταν Αθανάσιος.

 

36. και μητροπόλεως δίκαια ταις Πάτραις παρέσχετο, αρχιεπισκοπής προ τούτου χρηματιζούσης.

 

 Και προβίβασε την πρώην Αρχιεπισκοπή Πατρών σε Μητρόπολη.

 

37. Ανωκοδόμησέ τε εκ βάθρων και την πόλιν αυτών και τας του θεού αγίας εκκλησίας,

 

Και ανοικοδόμησε εκ βάθρων την πόλη τους και τις εκκλησίες του Θεού

 

38. πατριαρχούντος έτι Ταρασίου του εν αγίοις πατρός ημών.

 

όταν Πατριάρχης ήταν ακόμη ο Άγιος Ταράσιος (787).

 

39. Την δε Λακεδαίμονα πόλιν εκ βάθρων και αυτήν ανεγείρας και ενοικίσας εν αυτή λαόν σύμμικτον Καφήρους τε και Θρακησίους και Αρμενίους και λοιπούς από διαφόρων τόπων τε και πόλεων επισυναχθέντες επισκοπήν.
 

Και στην πόλη Λακεδαίμονα αφού την έκτισε εκ βάθρων εγκατέστησε ένα κράμα λαών (Καφείρους, Θρακησίους, Αρμενίους και λοιπούς από διαφόρυς τόπους και πόλεις).


40. και αύθις ταύτην κατέστησε και υποκείμενη τη των Πατρών μητροπόλει εθέσπισεν, προςαφιερώσας και δύο ετέρας επισκοπάς την τε Μεθώνην και την Κορώνην.
  

Και αμέσως, με νόμο, κατέστησε τη Νέα Λακεδαίμονα Επισκοπή υπαγόμενη στη Μητρόπολη Πατρών. Οργάνωσε και δυο άλλες επισκοπές, τη Μεθώνη και την Κορώνη.


41. Διό και οι βάρβαροι τῆ τοῦ θεοῦ βοηθείᾳ και χάριτι κατηχηθέντες εβαπτίσθησαν και τη των Χριστιανών προςετέθησαν πίστει,
 

Έτσι και οι βάρβαροι με τη βοήθεια και τη χάρη του Θεού αφού τους έγινε κατήχηση, βαπτίστηκαν και έγιναν πιστοί Χριστιανοί.


42. εις δόξαν και ευχαριστίαν του πατρός και του υιού και του αγίου πνεύματος νυν και αεί και εις τους αιώνας αμήν.
 

ώστε να δοξάζουν και να ευχαριστούν τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες. Αμήν.




«ΤΟΝ ΚΑΙΡΟΝ ΟΠΟΥ ΟΙΚΗΣΕΝ Η ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΩΣ»

Από τον Κουτλουμουσιανό Κώδικα 220 φ.194a-196b

(Σε παρένθεση παρατιθεται η εκδοχή του Κώδικα του Τορίνο έκδοση Giouseppe Pasini)



1

[1 Ιβήρων] Εις την ημέραν των Αβάρων άχρι την σήμερον ΄ςε΄ῳ

 

Στην ημέρα των Αβάρων μέχρι σήμερα το  6.804 

2

 [3 Ιβήρων] Γένος οι Άβαρες έθνος Ουνικόν και Βουλγαρικόν (Βουλγάριον).

 

Οι Άβαροι είναι έθνος Ούνων και Βουλγάρων.

3

 [4 Ιβήρων]    είχον γαρ τας κόμας μακράς πάνου (πάνυ) δεδεμένας πρανδϊοίς (πρανδίοις) και πεπλεμένας. η δέ λοιπή φορεσία αυτών ομοία των λοιπών Ούνων.
 

Τα μαλιά τους ήταν πολύ μακρυά. Τα έδεναν με ταινίες και τα έπλεκαν. Η λοιπή στολή τους ήταν όμοια με των Ούνων.

4

[5 Ιβήρων]  Ούτος (ούτοι)
 

Αυτοί (οι Άβαροι),

5

[7 Ιβήρων]  υπήρχον έθνος των αμαξοβίων των υπό τον Καύκασον τα επείκεινα παιδία νεμόμενοι. επεί επικακώς (επικακών) πεπόνθασι παρά των γειτνιώντων (γαιτυιότων) αυτοίς Τούρκων, τούτο φεύγοντες δε ιδίας απαναστάντες χώρας και τον αιγιαλόν του Ευξείνου διαβάντες αφίκοντο επί τον Βόσπορον

 

ήταν «έθνος αμαξοβίων» (όλη τους η ζωή περνά στις άμαξες). Βόσκουν τα ποίμνιά τους στις εκτάσεις πίσω από τον Καύκασο. Επειδή δεινοπαθούαν από τους γειτονικούς Τούρκους, θέλοντας να τους αποφύγουν  άρχισαν να μεταναστεύουν και αφού πέρασαν τον Εύξεινο έφθασαν στο Βόσπορο.

6

[8 Ιβήρων]  Εκείθεν δε απάραντες διήλθον τόπους πολλών εθνών. Τούτοις παρατυγχάνουσιν ανταγωνιζόμενοι μέχρις ου τας όχθας του Ίστρου κατειλήφασι (κατελήφασι) και προς Ιουστινιανόν επρεσβεύσαντο, αιτούντες δεχθήναι αυτούς

 

Και από κει, αφού προχώρησαν πέρασαν μέσα από επικράτειες πολλών εθνών. Ζούσαν μαζί τους, μέχρι που κατέλαβαν τις όχθες τις όχθες του Ίστρου [του Δούναβη] και έστειλαν πρέσβεις ζητώντας να τους δεχθεί ο Ιουστινιανός.

7

[9 Ιβήρων]  Του δε βασιλέως φιλανθρώπως αυτούς δεξαμένον (δεξαμένου) έλαχον παρ’ αυτού έχειν την κατοίκησιν εν χώρα μασίας (Μοισίας) εν πόλει Δωροστόλω (Δωροστύλω) την νυν καλουμένην Δρίστρα.

 

Ο Βασιλιάς τους δέχτηκε με φιλανθρωπία. Τους παραχώρησε κλήρους στη χώρα της Μοισίας στην πόλη Δωρόστολο. Σήμερα ονομάζεται Δρι΄στρα).

 

8

[10 Ιβήρων]  Και εξ απόρων εύποροι γενόμενοι και εις πλήθος εκταθέντες και αμνήμονες και αχάριστοι ευρεθέντες οίκον Ρωμαίους καταστρεψόμενοι, Θράκας και Μακεδνίαν (Μακεδόνας) αιχμαλωτίζοντες και αυτήν την βασιλίδα κατατρέχοντες.         
 

Αφού από πάμπτωχοι έγιναν πλούσιοι και αυξήθηκε ο πληθυσμός τους, ξέχασαν τις ευεργεσίες κι έδειξαν αχαριστία, αφού κατέστρεψαν την πατρίδα των Ρωμαίων, αιχμαλωτίζοντας Θράκες και Μακεδονία και την ίδια την πρωτεύουσα απειλώντας. 

 

9

 [13 Ιβήρων] Του Μαυρικίου των σκήπτωρ (σκήπτρων) επιλημένου (επειλλημένου) κατά το εξακιςχιλιοστώ εβδομηκοστόν ε΄ έτος,

 

Όταν ο Μαυρίκιος ανέλαβε τα σκήπτρα [όταν έγινε αυτοκράτορας] κατά το έτος 6.075  (το 539 .Χ.)

10

 [15 Ιβήρων] ο δε χαμνός λύει τας πονδάς (σπουδάς) αιτών υπέρογκα

 

Ο Χαγάνος τους, αθετεί τις συμφωνίες για ειρήνη

[ζητώντας;] υπέρογκα [ποσά φόρων;]

 

11

[23 Ιβήρων]  και εχειρώσατο Θετταλίαν, Ελλάδα, Αττικήν και εύβοια (Έβοια)
 

και κατέστρεψε τη Θεσσαλία, τη (Στερεά) Ελλάδα, την Αττική και την Εύβοια

12

[24 Ιβήρων]  και Πελοπόνησον.

 

και την Πελοπόννησο.

13

[25 Ιβήρων] και καταφθείραντες τα γένη κατώκησαν αυτοί εν αυτή.
 

και εξολοθρεύοντας το λαό κατοίκησαν σ' αυτή.

14

[26 Ιβήρων] Οι δε δυνηθέντες εκφυγείν διεσπάρησαν,

 

Κι όσοι μπόρεσαν να ξεφύγουν σκορπίστηκαν

 

15

 [27 Ιβήρων] και η μεν των Πατρών πόλις κατοικίσθη εν τη των καλαύρων χώρα του ρυγίου (Ρηγίου),

 

 

Και οι μεν Πατρινοί κατοίκησαν στην Καλαυρία στο Ρήγιο.

16

[28 Ιβήρων]  οι δε άργιοι (Αργίοι) εν τη ορόβι (Ορόβη), οι δε Κορίνθιοι εν τη Αιγίνη μετώκησαν.

 

 

οι Αργείοι μετοίκησαν στο Ορόβη και οι Κορίνθιοι στην Αίγινα.

17

[29 Ιβήρων]  Τότε και οι Λάκωνες (Λάκονες) το πατρώον έδαφος καταλιπόντες (καταλοιπόντες) εν τη Σικελία εξέπλευσαν κατοικούντες εν τόπω καλούμένον Δέμενα και αντί Λακεδαιμονιτών δεμαινίται (Δεμαινίται) κατονομάζονται.

 

 

Τότε και οι Λάκωνες εγκατέλειψαν τα πατρικά εδάφη και έφυγαν στη Σικελία. Κατοικούν σε τόπο καλούμενο Δέμενα και αντί Λακεδαιμόνιοι λέγονται Δεμενίτες.

18

[30Ιβήρων]οι δε λοιποί (οι δε λοιποί εκ των επισήμων) δύσβατον τόπον παρά τον της θαλάσσης αιγιαλόν ευρόντες και πόλιν οχυράν (υσχυράν) οικοδομήσαντες και Μονεμβασίαν ταύτην ονομάσαντες διατο μίαν έχει των εν αυτώ ειςπορευομένων την είςοδον εν αυτή τη πόλει κατώκησαν μετά του ιδίου αυτών επισκόπου
 

Οι υπόλοιποι [απ' τους επισήμους]αφού βρήκαν δύσβατο τόπο κοντά στο γιαλό και αφού οικοδόμησαν οχυρή (ισχυρή) πόλη  και αφού την ονόμασαν Μονεμβασία επειδή έχει μία πρόσβαση για τους εισερχόμενους σ' αυτή, κατοίκησαν σ' αυτή ην πόλη μαζί με τον Επίσκοπό τους.

 

19

[31 Ιβήρων]  οι δε έτεροι (οι δε έτεροι των επισήμων μετά) των θρεμμάτων νομής και άγροικι (αγροικικών) κατωκίσθησαν (κατωκήθησαν) εν τοις παρακειμένοις εκείσε τραχυνοίς τόποις οι και επ' εσχάτων Τζακωνίαι (Τζακωνίας) επωνομάσθησαν διάτη (Δια το) και αυτούς τους Λάκωνας Τζάκωνας μετονομασθήναι.
 

Οι άλλοι (από τους επισήμους) με τα ποίμνια και τις αγροτικές εγκαταστάσεις (;;)  κατοίκησαν στα παρακείμενα άγονα εδάφη - που τώρα τελευταία ονομάσθηκαν «Τζακωνίες» και οι ίδιοι ο Λάκωνες μετονομάσθηκαν  σε Τζάκωνες .

20

[32 Ιβήρων]Τοίνυν οι Άβαροι κατασχόντες την Πελοπόννησον διήκαισαν (διώκησαν) επί χρόνοις σιη΄ μήτε των Ρωμαίων βασιλείων (βασιλεί), μήτε ετέρω υποκείμενοι, ήγουν από του ΄ςουρουςου (΄ςhς ) έτους της του κόσμου κατασκευής, όπερ ην έκτον έτος της βασιλείας Μαυρικίου και μέχρι του ΄ςου τριακοστού τρειςκαιδεκάτου έτους όπερ ην δον έτος της βασιλείας Νικηφόρου του παλαιού του έχοντον υιόν Σταυράκιον (υιού Σταυρακίου).
 

Λοιπόν οι Άβαροι κατέκτησαν την Πελοπόννησο και την κατοίκησαν 218 έτη. Ούτε στη Ρωμαϊκή Κυβέρνηση (Βασιλέα) ούτε σε άλλον υποταγμένοι δηλαδή από το 6.106 (από κτίσεως κόσμου)που ήταν 6ο έτος της βασιλείας του Μαυρικίου μέχρι το 6.313 έτος που ήταν το 4ο έτος της βασιλείας Νικηφόρου του παλαιού που είχε γιο τον Σταυράκιο.

21

[33 Ιβήρων]  Μόνου δε του ανατολικού μέρους της Πελοποννήσου από Κορίνθου και μέχρι μαλαίου (Μαλαίου) του θλαβινού (Σθλαβινού) έθνους διατο τραχεί (τραχές) και δύσβατον καθαρεύοντος στρατηγός Πελοποννήσου εν τω αυτώ το μέρει υπό του Ρωμαίων βασιλέως κατεπέμπετο.
 

Και μόνο το ανατολικό μέρος της Πελοποννήσου από την Κόρινθο μέχρι το ακροτήριο Μαλέας ήταν καθαρό από το Σλαυικό έθνος επειδή είναι άγονο και απότομο. Σ' αυτό το μέρος ο Βασιλεύς των Ρωμαίων έστελνε στρατηγό.

22

 [34 Ιβήρων]    Εις δε των τοιούτον στρατηγών, ορμώμενος μεν από της μικράς Αρμενίας, φατριάς δε των επονομαζομένων Σκληρών (Σεληρών), συμβαλών το Σθλαβινώ (τω Σθλαβιανών) έθνει πολεμικώς ειλέ τε και ηφάνισεν εις τέλος, και τοις αρχήθεν οικήτορσιν (οιτορσιν) αποκαταστείναι τα οικεία παρέσχεν.

 

Ένας από αυτούς τους στρατηγούς καταγόμενος από τη  «Μικρά Αρμενία», από την οικογένεια των ονομαζομένων «Σκληρών», άνοιξε πόλεμο με το  έθνος των Σθλαβινών, τους νίκησε και τους αφάνισε τελείως και παρέδωσε τη γη στους αρχικούς κατοίκους.

23

[35 Ιβήρων]   Τούτο μαθών ο προειρημένος βασιλεύς Νικηφόρος και χαράς πλησθείς διαφροντίδος έθετο τας πόλεις ανακαινίσαι. και ας οι βάρβαροι κατηδάφεισαν (κατηδάφθησαν) εκκλησίας ανοικοδομήσαι, και αυτούς τους βαρβάρους Χριστιανούς ποιήσαι, την δε μετοκίαν (μετοχίαν) των Πατρών (Πατέρων) αναλαθών τω εδάφει των Πατρών (Πατέρων) αυτούς απεκατέστησε μετά του ιδίου αυτών ποιμένος, ος ην Αθανάσιος τούνομα (το όνομα).

 

Όταν το έμαθε ο Βασιλεύς Νικηφόρος γέμισε από χαρά. Φρόντισε ώστε και τις μεγάλες πόλεις να ανακαινίσει και τις εκκλησίες που οι βάρβαροι κατεδάφισαν να τις ξανακτίσει και τους βαρβάρους να εκχριστιανίσει. Γι αυτό ζήτησε και έμαθε πού κατικούν οι Πατρινοί που είχαν εκδιωχθεί από τους βαρβάρους και με δική του διαταγή τους έφερε ξανά στα εδάφη τους μαζί με τον Επίσκοπό τους - που ονομαζόταν Αθανάσιος.

24

[36 Ιβήρων]   αρχιεπισκοπή δε τυγχάνουσα πρότερον ετιμήθη εις μητρόπολιν.

  

Και ενώ ήταν πρώτα αρχιεπισκοπή, τιμητικά προβιβάστηκε σε Μητρόπολη.

25

[38 Ιβήρων]   παρά του αυτού Νικηφόρου.

 

από τον ίδιο το Νικηφόρο

26

[39 Ιβήρων]   Πατριαρχεύοντος δε Ταρασίου

ενώ Πατριάρχης ήταν ο Ταράσιος.

27

[41 Ιβήρων]   εδόθη προς αυτήν κατ' επίδοσιν, και η αγιωτάτη επισκοπή Λακεδαιμονίας και η Μεθώνη και η Κορώνη.
 

Δόθηκε σ' αυτήν με τον κανονικό τρόπο η αγιωτάτη   επισκοπή Λακεδαιμονίας και η Μεθώνη και η Κορώνη.

28

[44 Ιβήρων] Από δε της βασιλείας κυρ (κυρού) Αλεξίου του Κομνηνού πατριαρχούντος κυρ (κυρού) Ευστρατίου ετιμήθη η αγιωτάτη επισκοπή Λακεδαιμονίας εις μητρόπολιν, επισκοπούντος κυρ (κυρού) Θεοδοσίου.
 

Από την εποχή του αυτοκράτορα Αλεξίου του Κομνηνού - όταν πατριάρχης ήταν ο  Ευστράτιος, η αγιωτάτη επισκοπή Λακεδαιμονίας προήχθη σε μητρόπολη, όταν επίσκοπος ήταν ο Θεοδόσιος