ΔΕΛΦΟΙ



   Τα αρχαιολογικά ευρήματα στο χώρο του Μαντείου των Δελφών προσδίδουν έναν ιστορικό πυρήνα στους πολλούς μύθους για την ύπαρξη του ως ιερός τόπος λατρείας που χρονολογείται από τουλάχιστον το πρώτο μισό της δεύτερης προχριστιανικής χιλιετίας.


  Οι μεταβολές που συνόδευσαν αλλά και ακολούθησαν τη κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων γύρω στο 1200 π.Χ., μεταξύ άλλων, συμπεριέλαβαν και την εγκαθίδρυση της Ολυμπίας θεολογίας, η οποία είχε πάρει ένας σαφές σχήμα έως την εποχή των ομηρικών και ησιόδειων έργων (περ. 8ος αιώνας π.Χ. βάση της παραδοσιακής χρονολόγησης). 

  Αρχικά αφιερωμένοι στη Θεά Μητέρα-Γη, της οποίας φύλακας υπήρξε ο γιός της - το τρομερό φίδι Πύθωνας, οι Δελφοί πέρασαν υπό την προστασία της Θέμιδας, της οποίας τη θέση πήρε η λατρεία στη τιτανίδα Φοίβη, έως να φτάσει ο Φοίβος (λαμπρός) - Απόλλων από τη Θεσσαλία. 

 Στην ολύμπια και απολλώνια φάση του, κεντρικό ιδεολόγημα του ιερού γίνεται ο μύθος του φόνου του Πύθωνα από τον Απόλλωνα. Στη συνέχεια, βάση του μύθου, ο Θεός αυτοεξορίστηκε στην κοιλάδα των Τεμπών για να εξαγνιστεί. Στις Φέρες της Θεσσαλίας, ο Απόλλωνας υπηρέτησε τον Βασιλιά Άδμητο ως βοσκός των κοπαδιών του.


  Ο φόνος του Πύθωνα προφανώς δείχνει την επικράτηση του ολυμπισμού επάνω στις παλαιότερες χθόνιες λατρείες. Μια μετάβαση, η οποία μάλλον δεν θα έγινε εντελώς αγόγγυστα καίτοι η νέα λατρεία αποτέλεσε φυσική συνέχεια της παλαιάς. Το σημαντικό όμως της νέας αυτής ιδεολογίας είναι ότι οι Ερινύες παύουν να κυνηγούν τον φονιά, διψασμένες για αίμα και τυφλή αντεκδίκηση. Σταδιακά, μέσω της Θέμιδας, της θεάς της δικαιοσύνης, η οποία συγκαλούσε σε συνελεύσεις θεούς και ανθρώπους, αναδύεται η έννοια της κάθαρσης. Έτσι το τυφλό ένστικτό αντικαθίσταται από τη συνείδηση, την αυτοευθύνη και τη φιλανθρωπία. Και υπό αυτό το πνεύμα το Μαντείο των Δελφών έπαιξε ενεργό ρόλο στη πορεία προς τη δημιουργία της κουλτούρας της πόλεως


  Ο χώρος το ιερού των Δελφών θεωρήθηκε το κέντρο - ο ομφαλός - της γης και το ίδιο το ιερό συνδέθηκε με δύο από τους βασικούς πυλώνες της διαμόρφωσης και της ανάπτυξης του ελληνικού πολιτισμού· με τον αποικισμό - ιδιαίτερα τον αποκαλούμενο Β΄ Αποικισμό (8ος-6ος αι. π.Χ) και με τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις μέσα στις ίδιες τις ελληνικές κοινωνίες. 


  Το Μαντείο χρησμοδοτούσε για το χρόνο, τον τόπο και την τιμώμενη θεότητα σε κάθε αποικιακό σχεδιασμό. Αποτέλεσμα ήταν από τη μία να εξασφαλίζεται η εκτόνωση και η διόρθωση οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών κρίσεων στις μητροπόλεις, ενώ παράλληλα το Μαντείο έδινε σημαντικές γεωπολιτικές και γεωστρατηγικές οδηγίες, πάντοτε υπό το πνεύμα μιας ψυχολογικής άρρητης σύνδεσης μεταξύ μητροπόλεων και αποικιών.

  Βλέπουμε λοιπόν τη γένεση της κουλτούρα της πόλις, η οποία θα εξελιχθεί σε κάτι πολύ περισσότερο από γεωγραφικός χώρος, κυβερνητικά κτίρια και κεντρική διακυβέρνηση. Η πόλις αρχίζει να γίνεται ιδεολογία για να φτάσει σε σημείο να θεωρείται ότι οι «Άνδρες γαρ πόλις, και ου τείχη ουδέ νήες ανδρών κεναί» (Θουκυδίδης Η-77). 


  Ταυτόχρονα το Μαντείο των Δελφών ανέπτυξε (ή συνέχισε) το σημαντικό του συμβουλευτικό ρόλο προωθώντας μια ανθρωπιστική και φιλελεύθερη πολιτική. Έτσι φέρεται να παρουσιάζει με μορφή χρησμού τη ρήτρα στον Λυκούργο της Σπάρτης, της οποίας θεμελιακό στοιχείο αποτελεί η ανταγορία. Και μπορεί να είναι άγνωστο το εάν όντως υπήρξε ο Λυκούργος ή εάν οι μεταρρυθμίσεις που του αποδίδονται ήταν δικές του, ωστόσο το σίγουρο είναι ότι το ιερό διατηρούσε στενούς δεσμούς με τη Σπάρτη από την περίοδο του Τυρταίου (7ος αι. π.Χ.).

 Υποστηρίζοντας την τυρρανίδα όπου και όσο αυτή ικανοποιούσε τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα, μάλλον ως μεταβατικό στάδιο, το Μαντείο ωθούσε προς τον εκδημοκρατισμό των πόλεων. Συμβούλεψε, λοιπόν, τους Κυρηναίους να φέρουν καταρτιστήρα (νομοθέτη) το 550 π.Χ., παρακίνησε τους Σπαρτιάτες να καταλύσουν την αθηναϊκή τυραννίδα και καθοδήγησε τον Κλεισθένη για τον ομαλό εκδημοκρατισμό. 


  Φυσικά δεν λείπουν και τα σκάνδαλα από την ιστορία του ιερού με προεξέχον τη ψεύτικη χρησμοδοσία από την «πυθία» Περίαλλα, την καθαίρεση της και τον «μηδισμό» του ιερατείου κατά την Περσική εισβολή. Έτσι μετά του Περσικούς πολέμους, ο συμβουλευτικός ρόλος του ιερού μειώνεται δραματικά. Ωστόσο, αυτό μάλλον οφείλεται περισσότερο, στο επίπεδο που είχε φτάσει η ελληνική πολιτική, γεωστρατηγική και πνευματική αντίληψη. Άλλωστε σε αυτή την πορεία είχε συμβάλλει και το ίδιο το ιερό από τουλάχιστον τον 7ο αι. π.Χ. με τη δημιουργία μιας κοινής ελληνικής συνείδησης μέσω της Δελφικής Αμφικτυονίας, η οποία εξελίχθηκε από θρησκευτική, γεωγραφική και διαφυλετική σε πανελλήνια πολιτικοστρατιωτική. 


  Η σημαντικότητα, λοιπόν, του ιερού του Απόλλωνα στους Δελφούς είναι ότι αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους γεωγραφικούς και ιδεολογικούς χώρους που πρόβαλλε έναν κοινό για όλους τους Έλληνες πολιτισμικό, γλωσσικό, θρησκευτικό και πολιτικό άξονα ως βάση εκκίνησης στο χώρο και στο χρόνο.


  Το ιερό των Δελφών και η πορεία του αποτελούν κορυφαίο παράδειγμα για τη θέση της θρησκείας στην αρχαιοελληνική αντίληψη. Η θρησκεία στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ήταν ανθρωποκεντρική πολιτικοκοινωνική πράξη και συμμετοχή, όσο πίσω στο χρόνο και εάν την ανιχνεύσουμε. Ελλείψει ιδρυτών, αποκαλυπτικών εγγράφων, τάξης ιερέων και δογμάτων, η αρχαιοελληνική θρησκευτική αντίληψη αποτελείτο από το τελετουργικό και το μύθο (στον τελευταίο εδράζεται η φιλοσοφική σκέψη), αποδεικνύοντας ότι αποτέλεσε διαμορφωτική δύναμη συνέχειας από γενιά σε γενιά (παράδοση). 

  Ανάμεσα στις ιδιομορφίες της αρχαιοελληνικής θεολογίας συγκαταλέγεται το γεγονός ότι δεν σχηματοποιήθηκε και δεν διαδόθηκε μαζικά από ιερείς, αλλά από ποιητές - αϊδούς - ραψωδούς όπως ο Όμηρος και ο Ησίοδος ή παλαιότεροι όπως οι αναφερόμενοι Ορφέας, Μουσαίος ο Αθηναίος, Θάμυρις κ.α. και φιλοτεχνήθηκε από καλλιτέχνες - γλύπτες με αποτέλεσμα να αποτελεί μια ιδεολογία άρρηκτα και επί ίσοις όροις διασυνδεδεμένη με όλες τις άλλες πτυχές της ζωής. Ως τμήμα αυτών, διαρκώς κρινόταν και αναθεωρείτο μαζί τους ανά τόπο και χρόνο. Ταυτόχρονα κάτι που την ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες αρχέγονες θρησκείες της Ανατολής, με τις οποίες σαφώς ήρθε σε επαφή, είναι ότι πάει πέρα από τη θεϊκή διαδοχή και εναλλαγή: από το Χάος και τη Γαία ως την ολύμπια θεολογία ακολουθείται μια πορεία ηθική, πνευματική, κοινωνική και πολιτική ανάλογη των εξελίξεων και των νεωτερισμών που συνέβαιναν στη ζωή των Ελλήνων. 

  Ακόμα και έτσι όμως δεν θα πρέπει να υποτιμάται ο αισθητηριακός μεταφυσικός και μυστηριακός χαρακτήρας που είχε η θρησκεία στην αρχαία ελληνική πραγματικότητα.