ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΑΝΑΡΧΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ



Aναρχία ή αναρχισμός; Η συζήτηση είναι μεγάλη. Εάν μιλάμε για κάτι μεθοδοποιημένο, συστηματοποιημένο και πάρα πολύ συγκεκριμένο, τότε προφανώς μιλάμε για αναρχισμό· μια ιδεολογία που τοποθετείται στη άκρο-αριστερή πλευρά του πολιτικού καμβά. Εάν μιλάμε για μια εντελώς προσωπική κοσμοθεωρία, η οποία μπορεί να συμπλέει με παρόμοιες προσωπικές κοσμοθεωρήσεις άλλων, τότε μιλάμε για αναρχία.

  Είναι αδύνατον λοιπόν να δοθεί ένας σαφής ορισμός του τι είναι η αναρχία, λόγω της φύσης της. Ωστόσο στο δίπολο, όπως αναδύθηκε τον εικοστό αιώνα, καπιταλιστικής κοινωνίας και κομμουνισμού με όλα τα ενδιάμεσα σχήματα (π.χ. σοσιαλδημοκρατία) ή τις παραφθορές (φασισμός, ολοκληρωτισμός κτλ.), η αναρχία, εν αντιθέσει με τον αναρχισμό, δεν στέκει σε κάποια άκρη, αλλά έξω από όλο αυτό, σε ένα διαφορετικό σύμπαν. 


  Η αναρχία βάζει στο κέντρο της την ηθική και τη βούληση και όχι την πολιτική ή την οικονομία, οι οποίες, μεμονωμένες και «θεοποιημένες», αποτελούν εργαλεία εξουσιασμού, με πηγή αλλά και αποτέλεσμα την ύπαρξη του κράτους. Για την αναρχία κάθε ανθρώπινα δημιουργημένος θεσμός (π.χ. κράτος, εκκλησία κτλ.) διαταράσσει τη φυσική τάξη ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο άνθρωπος πρέπει να είναι - χρησιμοποιώντας τα λόγια του Θουκυδίδη από τον «Περικλέους Επιτάφιο» - αὐτόνομος, αὐτόδικος και αὐτοτελής. Η αναρχία, λοιπόν, δεν (θα έπρεπε να) είναι χάος, αλλά αποκατάσταση της φυσικής τάξης. Κοινή συνισταμένη όλων των διαφορετικών αναρχικών τάσεων είναι η άρνηση του κράτους και η φυσική και αυθόρμητη αυτοοργάνωση με σκοπό την ελευθερία του ανθρώπου. Κατά συνέπεια στην αναρχία δεν γίνεται αποδεκτή η φιλοσοφία του Τόμας Χομπς (1588-1679) ότι οι άνθρωποι χρειάζονται κάποιο Λεβιάθαν.


  Όταν ο Χομπς θεωρούσε ότι οι άνθρωποι, λόγω της φυσικής τους ατέλειας, δημιουργούν θεσμούς όπως το κράτος για να προστατευθούν από τους εαυτούς τους και να μην αλληλοκαταστραφούν, ο πατέρας του κλασικού φιλελευθερισμού, Τζον Λοκ, (1632-1704) υποστήριζε ότι όλοι οι άνθρωποι ζούσαν αρμονικά έως την εμφάνιση της ιδιοκτησίας, για την προστασία της οποίας ήταν αναγκασμένοι να δημιουργήσουν κράτη. Κατά συνέπεια τα ανθρώπινα όντα συμφώνησαν στο να περιορίσουν την ελευθερία τους (υπαγόμενοι σε θεσμοθετημένους νόμους και κανόνες), ώστε το κράτος να διασφαλίσει τα φυσικά τους δικαιώματα (π.χ. ασφάλεια διαβίωσης και ιδιοκτησίας). Ωστόσο είχαν το δικαίωμα να λύσουν αυτή τη συμφωνία και να επαναστατήσουν. 


  Με αυτό συμφωνεί και ο Ζαν Ζακ Ρουσσώ (1712-1778), για τον οποίον όμως, αυτοί που κατείχαν ιδιοκτησία δημιούργησαν νόμους με σκοπό να προστατέψουν τους έχοντες από τους μη-έχοντες, διαιωνίζοντας τις ανισότητες. Η διαφορά των δύο ήταν ότι για τον Λοκ, η εμφάνιση της ιδιοκτησία και του κράτους υπήρξε θετική και φυσική εξέλιξης των ανθρώπινων κοινωνιών, ενώ για τον Ρουσσώ ήταν ένα ανθρώπινο εφεύρημα που έδειχνε την παρακμή του τρόπου που ζούσαν πια οι άνθρωποι. 


  Από την άλλη, ο Καρλ Μαρξ (1818-1883) αποδεχόταν την ύπαρξη της σχέσης μεταξύ ιδιοκτησία και κράτους, ωστόσο θεωρούσε την πρώτη ως μια διαφθορά της κοινοκτημοσύνης, και συμφωνούσε με τον Ρουσσώ ότι η πλειοψηφία εξαπατήθηκε από μια μειοψηφία ανθρώπων που κατείχε ιδιοκτησία ή ήθελε να έχει μεγαλύτερη, με πρόσχημα το γενικό καλό.   


  Οι αναρχικοί στοχαστές ξεκινούν από την παραδοχή ότι οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως καλοί και ότι ζούσαν αρμονικά μέχρι που η προστασία της ιδιοκτησία οδήγησε στην δημιουργία κράτους. Κατά μια ερμηνεία το κράτος είναι δημιούργημα της θρησκείας και συγκεκριμένα μιας ομάδας ανθρώπων των πρώτων οργανωμένων κοινωνιών, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι τις δυσιδαιμονίες του λαού (λόγω της έλλειψης/επιτηδευμένης στέρησης παιδείας), θέσπισαν για τους εαυτούς τους υψηλούς θρησκευτικούς θώκους και στη συνέχεια πολιτικούς, ως αρχιερείς - βασιλείς. Από αυτές τις θέσεις άρχισαν να καταπιέζουν τον λαό για ίδιον συμφέρον. 


  Χοντρικά, η σύγχρονη αναρχία πηγάζει από την εγελιανή διαλεκτική, τη φυσική ιστορία των Γάλλων εγκυκλοπαιδιστών (ανθρώπινη φύση, Λογική και Δίκαιο) και μια αναδιαμορφωμένη καντιανή ηθική, η οποία είναι σαφώς φυσική και βασίζεται στην ατομική ελευθερία. Όλα τα παραπάνω, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, είχαν δεχθεί έντονη επιρροή από φιλόσοφους και έργα της αρχαίας Ελλάδας: Ηράκλειτος, Προμηθέας Δεσμώτης και Επτά επί Θήβας (467 π.Χ.) του Αισχύλου, Αντιγόνη (441 π.Χ.) του Σοφοκλή, Στωικισμός κ.α. 


  Στην αρχαιοελληνική πόλις, κράτος και πολίτες δεν ήταν διαφορετικά σώματα. Αυτό που εννοούμε σήμερα κράτος, δηλαδή ο ανώνυμος εκτελεστικός μηχανισμός, δεν είχε καμία πολιτική αυτοδυναμία, όπως πολιτική επιρροή δεν είχαν και οι ιερείς. Οι γραφειοκρατικές υποθέσεις ήταν κάτι που η πόλις ανάθετε σε δούλους, έτσι ώστε οι πολίτες να έχουν χρόνο για την από κοινού άσκηση της πολιτικής και τη λήψη αποφάσεων. Έτσι μια από τις πιο θεαματικές εκθέσεις της αρχαιοελληνικής κουλτούρας αυτοοργάνωσης αναδεικνύει ο Ξενοφών στην «Κύρου Ανάβασις».

  Το αρχαιοελληνικό μοντέλο αυτοδιαχείρισης (αφαιρώντας τη δουλεία και τη θέση της γυναίκας) έχει αποτελέσει έμπνευση των αναρχικών στοχαστών, που δεν θέλουν την καταστροφή της κοινωνίας ούτε αποδέχονται ότι μια κοινότητα μπορεί να επιβιώσει δίχως καμία διοίκηση. Κατά συνέπεια διαμορφώθηκαν απόψεις σαν του θεωρητικού της αναρχίας, Γκουστάβ Λαντάουερ (1870-1919), ο οποίος έβλεπε το κράτος ως μια ορισμένη σχέση μεταξύ των ανθρώπων και ένα τρόπο συμπεριφοράς, που δεν εξαφανίζεται έτσι απλά εν μία νυκτί (με μια επανάσταση), αλλά μετά από αλλαγές και στις σχέσεις και στις συμπεριφορές.  


  Ένας επιπλέον παράγοντας που σπανίως καταμαρτυράται - κάποιες φορές χάριν μιας τσάμπα, απαίδευτης, κάποιες φορές μοδάτης ή δογματικής αθεΐας - είναι το χριστιανικό περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφώθηκε η σύγχρονη αναρχική σκέψη και η μεγάλη επιρροή που της άσκησαν όσα γνωρίζουμε για τη ζωή και τις διδασκαλίες του Ιησού. Προς επίρρωση αυτού έχουμε τη σχεδόν απόλυτη παραδοχή ότι ο άνθρωπος είναι εκ της φύσεως καλός (ασχέτως πως δημιουργήθηκε) και ότι αρχικά ζούσε ελεύθερος και ευτυχισμένος, ενώ στην πορεία εξέπεσε λόγω των δικών του λαθών· μια θεώρηση που μας παραπέμπει στην έξοδο των πρωτόπλαστων από τον παράδεισο. Τέλος, περίπου αποκαλυπτικά, μετά από την «καταστροφή» εγκαθίσταται μια «επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».

  Κύριος εκπρόσωπος του συνδυασμού χριστιανισμού και αναρχίας υπήρξε ο Λέων Τολστόι (1828 -1910). Διαφωνώντας με τον Κροπότκιν υποστήριζε ότι «οι αναρχικοί έχουν δίκιο σε όλα, και στην άρνηση της υπάρχουσας τάξης και στον ισχυρισμό ότι δεν μπορεί να υπάρξει χειρότερη βία από αυτήν της εξουσίας. Κάνουν μόνο το λάθος πως η αναρχία μπορεί να εγκαθιδρυθεί μέσω βίαιης επανάστασης, ενώ η αναρχία μπορεί να εγκαθιδρυθεί μόνο αν υπάρχουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι που δεν επιζητούν την προστασία των κυβερνήσεων. Η αναρχία μπορεί να υπάρξει μόνο με μία μόνιμη επανάσταση, στο εσωτερικό των ανθρώπων.»


  Θεμελιωτής των σύγχρονων αντιεξουσιαστικών ιδεών υπήρξε ο Oυίλιαμ Γκόντγουιν (1756-1836). Στη συνέχεια εμφανίζονται τα δύο μνημειώδη έργα των Πιερ Ζοζέφ Προυντόν (1809-1865), «πατέρα» του σύγχρονου αναρχικού κινήματος, «Τι είναι Ιδιοκτησία» (1840) και Μαξ Στίρνερ (1806-1856), «Ο Ένας και ο Κόσμος του» (1844, στα ελληνικά έχει μεταφραστεί ως «Ο Μοναδικός και η Ιδιοκτησία του», εκδόσεις Θύραθεν, 2005 και ως «Ο Μοναδικός και το Δικό του», Ελεύθερος Τύπος, 1990). Έτσι ξεκινάνε να διαμορφώνονται οι δύο βασικές συνιστώσες της αναρχικής σκέψης με σημεία αφετηρίας είτε την κοινωνία/κοινότητα και την ύλη με πορεία προς τον άνθρωπο είτε ακριβώς το ανάστροφο. Οι Μιχαήλ Μπακούνιν (1814 - 1876) και Πιότρ Κροπότκιν (1842-1921) θα συνοψίσουν την αναρχοκοινοτιστική σκέψη, με τον πρώτο να στρέφεται προς το κολεκτιβισμό και τον δεύτερο προς τον κοινοκτημονισμό. Οι Χαν Ραινέρ (1861-1938) και Εμίλ Αρμάντ (1872-1962) κ.α θα εμπνεύσουν την αναρχοατομικιστική στάση, με μεγάλες επηροές από τη νιτσεϊκή φιλοσοφία και την τολστοϊκή μη-βία. 


  Η χρήση ή μη, βίας ή και κάθε άλλου μέσου που αποσκοπεί στην επίτευξη του σκοπού (την κατάργηση κάθε μορφής εξουσίας), αποτελεί μεγάλο θέμα συζητήσεων στους αναρχικούς κύκλους με τον Σεργκέι Νετσάγιεφ (1847-1882) να είναι η προσωποποίηση του ιησουιτικού «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Και το ερώτημα είναι: μπορεί η αντι-βία να εξαφανίσει τη βία ή την τρέφει, την ανακυκλώνει και τελικά την ενδυναμώνει; Μήπως πραγματική αναρχία είναι η κατάσταση όπου δεν υπάρχει κανενός είδους βίας; Δυστυχώς σήμερα, όχι αδικαιολόγητα, η αναρχία έχει ταυτιστεί μόνο με τις μπαλακλάβες (κουκούλες), τα τυφλά βίαια επεισόδια και μια κοντόφθαλμη «αντί-αστυνομική» δράση, σε μεγάλο βαθμό λόγο έλλειψης βαθιάς μελέτης, στοχασμού και παιδείας από πολλούς αναρχικούς. 


  Στο ανά χείρας βιβλίο, ο Μπακούνιν με αφετηρία την κοινωνική επανάσταση καταπιάνεται με την παιδεία. Έχοντας αποχωρήσει από την Ένωση (Λίγκα) Ειρήνης και Ελευθερίας το 1868, της οποίας τα μέλη (Ουγκό, Μιλ, Γαριβάλδη κ.α.) χαρακτηρίζει αστούς σοσιαλιστές, γράφει το 1869 το «Αρχές Παιδείας». Στο κείμενο αυτό είναι εμφανής τόσο η αξία του όσο και κάποια από τα «αμαρτήματα» του (εμμονές, έλλειψη σαφούς δομής, απουσία απτού συμπεράσματος, μη απαγκίστρωση από τις επιρροές του κτλ.) . 

  Η μελέτη του Μπακούνιν σήμερα προβληματίζει περισσότερο από ότι στο παρελθόν. Όχι μόνο λόγω της υπερβολικής απλότητας με την οποία αντιμετωπίζει πολυσύνθετα ζητήματα, αλλά και επειδή γνωρίζουμε πια περισσότερα χάρη στο νεοφιλελευθερισμό όπως εφαρμόζεται. Αυτό φυσικά δεν μειώνει καθόλου τη συνεισφορά του, παραμένοντας απολύτως διαχρονικός, όταν θεωρεί τη γνώση και τη καλλιέργεια ισχύ και «μέσο» για την επίτευξη της αυτοσυνειδησίας, της ελευθερίας και της ευτυχίας. 

 Το εύκολο ερώτημα είναι εάν η παιδεία θα μας κάνει καλύτερους ή ακριβέστερα κατά την αναρχική θεώρηση, αν θα μας ξανακάνει καλούς ανθρώπους· τόσο καλούς ώστε να μη χρειαζόμαστε κάποιο Λεβιάθαν; Η απάντηση είναι όχι. 

  Το δύσκολο ερώτημα είναι εάν ο στόχος της παιδείας πρέπει να είναι η διάπλαση του ανθρώπου που θα τον οδηγήσει στην επανάσταση ή η γαλούχηση επαναστατών, οι οποίοι όταν απελευθερωθούν θα φτάσουν σε ένα ανώτερο εαυτό; Ο Μπακούνιν απαντάει, παραβλέποντας, όμως, την πιθανότητα η επανάσταση, την οποία αποζητά, να αλλάξει απλά τη μορφή αυτού που θέλει να καταστρέψει και τελικά αυτό να επανεμφανιστεί με άλλη μορφή - ίσως πιο βάναυση.          


ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ: 

Ακούσια λοιπόν και μοιραία υποταγή σ' όλους τους νόμους που, ανεξάρτητοι από κάθε ανθρώπινη θέληση, συνιστούν την καθαυτό ζωή της φύσης και της κοινωνίας· αλλά, επίσης, κατά το δυνατόν αυτονόμηση απόλυτη απέναντι σε κάθε διαταγή, απέναντι σε κάθε θέληση -συλλογική και ατομική-, που θ' αξίωνε να επιβληθή όχι φυσικά, με το νόμο και το δεσποτισμό. 

Κήρυγμα απευθύνει κ’ εδώ ο Μπακούνιν -κήρυγμα φλογερό, μ’ ένα σκοπό στο βάθος: την παιδεία, το πλάσιμο ελεύθερων συνειδήσεων, επαναστατημένων, που δεν θα υπακούν παρά στους νόμους, καθώς λέει, της φύσης, κι όχι στους απ’ έξω, τους από πάνω, τους κρατικούς. Γυρεύει το σμίλεμα ανθρώπων νέων, που θα κάνουν πέρα τον παλιό κόσμο, θα τον γκρεμίσουν συθέμελα, να στήσουν έναν καινούργιο. 


ΕΚΔΟΣΕΙΣ:

GUTENBERG

ΑΘΗΝΑ 2024


Πρόλογος - Επιμέλεια:

Ήρκος Ρ. Αποστολίδης


Εισαγωγή - Μετάφραση - Σχόλια:

Γιάννης Μπαρτζώκας


ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ